Η ΑΜΜΟΘΥΕΛΛΑ
Η ζωή στο τανκερ αποδείχτηκε πολύ δύσκολη, κατά πολύ περισσότερο από ότι είχα φανταστεί. Παρ’ όλα αυτά, έσφιξα τα δόντια και είπα θα αντέξω, έτσι κι αλλιώς δεν είχα πολλές επιλογές.
Πιάσαμε Σαουδική Αραβία και φουντάραμε ράδα περιμένοντας προσταγή από το λιμεναρχείο για να δέσουμε στη πλατφόρμα να φορτώσουμε.
Οι μέρες περνούσαν, χωρίς να λαβαίνουμε μήνυμα. Εκείνοι οι καιροί ήσαν δύσκολοι γιατι υπήρχε οικονομική ύφεση, και δύσκολα κλείνονταν συμφωνίες για μεταφορά πετρελαίου. Έτσι αναγκαστικά περιμέναμε σχεδόν ένα μήνα.
Μέσα σ αυτή τη δύσκολη αναμονή λίγες μέρες πριν λάβουμε σήμα από την εταιρεία πως έκλεισε ναύλο, μια μέρα καλοκαιρινή και θαμπή από τη ζεστή αύρα της θάλασσας που εξατμιζόταν από τον καυτό ήλιο, στεκόμουν παρεα με το τζόβενο στη κουβέρτα του πλοίου και παρατηρούσαμε την κίτρινη έρημο που απλωνόταν μετά την ακτή σε απόσταση μισού χιλιομέτρου από εμάς, και την απέραντη άμμο που σκέπαζε ολόκληρη τη χώρα της Αραβίας δημιουργώντας ένα νεκρό τοπίο ερημικό και χωρίς βλάστηση.
Η έρημος της Αραβίας είναι μια περιοχή με ξηρό κλίμα και απόλυτη ξηρασία, αλλά που καμιά φορά και σπάνια στα ξαφνικά, την διέρχονται θυελλώδεις άνεμοι και ραγδαίες βροχές.
Είναι περιοχή αχανής με μεγάλη ηλιοφάνεια και ακαλλιέργητη και σχεδόν μόνιμα ξερή γη, με κατοίκους ηλιοκαμένους και μαυριδερούς.
Παρ όλα αυτά μέσα στην όλη ερημιά της αραιά και κάπου, βρίσκονται μικρές οάσεις, δηλαδή μέρη με βλάστηση από φοίνικες και γούρνες με νερό. Παλιά αποτελούσαν περάσματα και σταθμούς για τα καραβάνια που διέσχιζαν τις ερήμους μεταφέροντας οι έμποροι τα προϊόντα τους από τη μια πόλη στην άλλη και από τη μια χώρα στην άλλη. Αποτελούσαν χώρους ξεκούρασης, ανεφοδιασμού και προφύλαξης από μουσώνες και αμμοθύελλες. Οι άνεμοι στην έρημο είναι αρκετά δυνατοί και συχνοί που άμα φυσούν, πολύ τακτικά δημιουργούν ανεμοστρόβιλους που με τη σειρά τους αλλάζουν την όψη της ερήμου δημιουργώντας κυματώδειςπεδιάδες και ψηλούς αμμόλοφους πανύψηλους και περίτεχνα κατασκευασμένους ίδιοι με έργα τέχνης.
Αυτά σκεφτόμουν ενώ έστεκα κάτω από το σκιάδι και α πό τη πρύμνη έβλεπα τη μεγάλη έκταση της ερήμου που απλωνόταν πέρα από την ακτή. Ήταν σε απόσταση μισού χιλιομέτρου μακριά μας και η θολή ατμόσφαιρα στον αέρα δημιουργούσε κύματα σχηματίζοντας παράξενες σκιές ίδιες άγριες μορφές, που αιωρούνταν πάνω από τη γη.
Στο νου μου έφερα σκέψεις κακές, καθώς όπως γνωρίζουμε από ότι άσχημο πέσει στην αντίληψη μας, ο νους μας τρέχει παράλληλα σε ίδιες σκέψεις εξ ίσου κακές.
Ασυναίσθητα χωρίς άλλο λόγο παρά μόνο τη κυματιστή θολή ατμόσφαιρα που δημιουργούσε τις κάθε λογής άϋλες μορφές σε όλα τα σχήματα, η σκέψη μου ταξίδεψε σε κακές κίτρινες μορφές της κολάσεως και της αποκαλύψεως.
Γνωρίζοντας πως τα κακά παράξενα θηρία έρχονται από την άμμο και τη θαλλασα, ξαφνικά είδα, ή μου φάνηκε πώς είδα το θηρίο της αποκάλυψης να σχηματίζεται στην καυτή αύρα, και να αναπηδά από την άμμο στην ατμόσφαιρα και να γεμίζει τον ουρανό με τις τεράστιες διαστάσεις του. Και αμέσως στο νου μου ηρθαν τα λόγια του Ευαγγελιστή Ιωαννη «εκ της άμμου της θαλάσσης θηρίον αναβαίνον, έχων κέρατα δέκα και κεφαλάς επτά...»
Και όσο παρακολουθούσα, οι μεγάλες σκιές της άμμου μετατρέπονταν και άλλαζαν μορφή, γίνονταν τέρατα με κέρατα και πολλές κεφαλές.
Και το θηρίο γύρισε το κεφάλι του προς εμάς, και με ένα δυνατό στριφογύρισμα έστρεψε το κορμί του ολόκληρο και μας όρμησε.
Ήταν ένας σίφουνας, άνεμος της ερήμου που από τη μια στιγμή στην άλλη και σε απειροελάχιστο χρόνο, το κίτρινο πέπλο της άμμου μας σκέπασε και ψήγματα άμμου μας χτύπησαν δυνατά και ανελέητα γδέρνοντας τα πρόσωπα μας πριν προλάβουμε να προφυλαχτούμε μέσα στο πλοίο.
Με τα μάτια θολά από την άμμο μπήκαμε μέσα στην ασφάλεια του πλοίου, και στέκοντας στο φινιστρίνι παρακολούθησα τον λυσσασμένο άνεμο που οδηγούσε με ορμή τη βαριά άμμο που με δύναμη να χτυπούσε στους μπουλμεδες με ένα ανατριχιαστικό σύριγμα κουφαίνοντας την ακοή μας και δημιουργώντας μέσα μας ένα φόβο. Ήταν ένα φαινόμενο πρωτόγνωρο που γι αυτό είχα διαβάσει σε βιβλία, χωρίς ποτέ μου να είχα φανταστεί πόση ανεξέλεγκτη δύναμη και ορμή μπορούσε να έχει η άμμος που παρασερνόταν από τον άνεμο. Χτυπούσε με λύσσα τις χοντρές λαμαρίνες του πλοίου δημιουργώντας ένα φοβερό θόρυβο που μας τρυπούσε τα αφτιά και έκανε τα τύμπανα μας να πονούν, καθώς και τις καρδιές μας να τρομάζουν, προκαλώντας μας ένα αίσθημα πανικού.
Με μουδιασμένες τις αισθήσεις από την υπερένταση του μεγαλειώδους θεάματος, παρακολουθούσα το φυσικό φαινόμενο σε όλη του τη δράση. Ελπίζοντας ο θυμός της φύσης γρήγορα να κοπάσει και ο σφοδρός άνεμος γρήγορα να καταλαγιάσει και το θηρίο της ερήμου να περάσει και να προσπεράσει, παρακολουθούσα αποσβολομένος χωρίς να είμαι σίγουρος μέσα μου αν κυριαρχούσε περισσότερο ο φόβος, ή ο θαυμασμος για το μεγαλοπρεπές φαινόμενο που ελάμβανε χώρα μπροστά στα μάτια μου.
Και έφυγε το θηρίο, όπως ξαφνικά εμφανίστηκε. Χάθηκε στο βάθος του ορίζοντα, αφήνοντας πίσω του μια ολοκληρωτική υσηχία χωρίς τον παραμικρό θόρυβο. Όπως ο χρόνος να έκαμε στάση και η ζωή να είχε σταματήσει. Το κατάστρωμα ήταν γεμάτο άμμο, ολόκληρες στοίβες είχαν μαζευτεί σε όλα τα απόμερα μέρη του πλοίου. Οι λαμαρίνες πρόσεξα πως άλλαξαν χρώμα, ήταν τόση η δύναμη του ανέμου με την οποία έσπρωχνε την άμμο, που ματσακόνησαν η μπογιά αφήνοντας το χοντρό στάρι σε πολλά μέρη του πλοίου. Θα είχαν πολλή δουλειά να κάμουν οι ναύτες τις ερχόμενες μέρες, σκέφτηκα.
Πέρα στην πλώρη είδα την σιδερένια πόρτα στο ντεκ της γέφυρας του πλοίου να ανοίγει, και τον δεύτερο να κατεβαίνει τη σκάλα. Ήξερα πως θα φώναζε το λοστρόμο για να του δώσει εντολή να καθαρίσει το πλοίο από την σκόνη και την άμμο. Ταυτόχρονα είδα από την πόρτα του πρυμναίου ντεκ τον λοστρόμο να βγαίνει καθώς ήξερε καλά τη δουλειά του και πήγαινε να προλάβει τον δεύτερο που σίγουρα θα τον αναζητούσε.
Ξεκίνησα και εγώ για τη μηχανή καθώς επίσης γνώριζα καλά τη δουλειά μου. Ήξερα πως σε λίγο θα χτυπούσε το τηλέφωνο στο μηχανοστάσιο και θα παίρναμε εντολή από τη γέφυρα να ξεκινήσουμε τη σανίταρυ, δηλαδή την αντλία για να στείλουμε θαλασσινό νερό στην κουβέρτα από όπου με τις μάνικες οι ναύτες θα ξέπλεναν από τη σκόνη και την άμμο ολόκληρο το πλοίο.