Ναυτικοί καλούνται όσοι εργάζονται στα πλοία ή εκτελούν οποιαδήποτε εργασία σχετική με τη θάλασσα, και ειδικότερα όσοι είναι εγγεγραμμένοι με επαγγελματική ιδιότητα κατέχοντας ναυτικό φυλλάδιο.
Οι ναυτικοί πριν μπαρκάρουν σε πλοίο, συμβάλλονται με την πλοιοκτητρία εταιρεία, δηλαδή υπογράφουν συμβόλαιο που ονομάζεται σύμβαση ναυτικής εργασίας, δια της οποίας καθορίζεται το σύνολο των ωρών εργασίας εν πλω και εν όρμω, οι αργίες, οι υπερωρίες, η διάρκεια παραμονής στο πλοίο, η υποχρέωση και αμοιβή για άλλη ιδιαίτερη εργασία, καθώς και ότι άλλο καθορίζεται από τη ναυτική χάρτα.
Όμως όσοι δεν έχουν ταξιδέψει και εργαστεί σε πλοία κυρίως ποντοπόρα, στους περισσότερους θα ήταν αδιανόητο να αποφασίσουν να ακολουθούσουν το επάγγελμα. Όσοι συνειδητά το επιλέγουν, είναι γιατί ήδη γνωρίζουν και αγαπούν τη θάλασσα, ή ένεκα βιοποριστικής ανάγκης. Κανείς άλλος λογικός άνθρωπος δεν θα διάλεγε το επάγγελμα, αφού είναι ολοφάνερη η επικινδυνότητα του.
Είναι φοβερά επικίνδυνο, γιατί η κάθε στιγμή της ναυτικής ζωής ελλοχεύει απεριόριστους κινδύνους από αρρώστιες και επιδημίες, από πειρατείες και παράνομους ναυτικούς καθώς πολλοί μπαρκάρουν για να ξεφύγουν από κάποιο κακό που άφησαν πίσω στη χώρα τους, από επικίνδυνα φορτία που μεταφέρουν, ακόμα και από υπερφορτώσεις για να αποκομίσουν περισσότερα κέρδη οι εφοπλιστικές εταιρείες.
Η ναυτική ζωή προσφέρει απεριόριστη μοναξιά, κουραστική εργασία με περισσότερες υπερωρίες και με λιγότερο ύπνο. Η ιατρική περίθαλψη είναι ανύπαρκτη καθώς εξαρτάται μόνο από τις ιατρικές γνώσεις του γραμματικού, και η νοσταλγία και ο νόστος καταθλίβουν απεριόριστα τους ναυτικούς που μένουν μακριά από τη στεριά και τις οικογένειες τους μήνες ολόκληρους.
Φυσικά ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι οι φουρτούνες, οι καταιγίδες και οι αέρηδες, όταν ο άγριος καιρός λυσσομανά και βουλιάζει ακόμα και τα πλέον ασφαλή βαπόρια. Πολλοί είναι οι ναυτικοί που χάθηκαν για πάντα στα βάθη των ωκεανών, και άλλοι περισσότεροι που παρέμειναν σε ξένα λιμάνια για το χατίρι κάποιας αγάπης αφήνοντας πίσω στην πατρίδα πρόσωπα αγαπημένα και φίλους.
Είναι λοιπόν πολύ δύσκολη η ζωή των ναυτικών, και ουδείς σχεδόν πραγματικά ενδιαφέρεται γι αυτούς. Δυστυχώς οι περισσότεροι κανονισμοί είναι για το τυπικό και το θεαθήναι.
Όμως, υπάρχει και η καλή πλευρά του επαγγέλματος. Δεν είναι τα χρήματα καθώς οι μισθοί δεν είναι μεγάλοι ανάλογα με την επικινδυνότητα του επαγγέλματος, αλλά γιατί μέσα στα πελάγη ο καθένας δύσκολα τα ξοδεύει, και ευκολότερα τα αποταμιεύει.
Είναι επίσης μεγάλη υπόθεση όταν κάποιος είναι ταξιδευτής του κόσμου. Γνωρίζει καινούργιες χώρες, ξένες κουλτούρες, διαφορετικούς λαούς και νέες θρησκείες. Σε κάθε λιμάνι ανακαλύπτει καινούργιες αγάπες και νέες απολαύσεις που άλλως δεν θα γνώριζε. Αποκτά εμπειρίες και αντοχές, ατσαλώνεται ψυχικά, και συνηθίζει να ζει ανά πάσα στιγμή δίπλα με το θάνατο, καθώς η θάλασσα είναι ένας συνεχής κίνδυνος. Ένας κίνδυνος όμως, που όποιος την μάχεται και την παλεύει, περισσότερο την αγαπά, καθώς έχει μια άγνωστη δύναμη που κάνει τους ανθρώπους να την ερωτεύονται παντοτινά μέχρι το θάνατο τους.
Οι εργαζόμενοι στις μηχανές πλοίων, εκτελούν γενικές εργασίες μηχανής καθώς και βάρδιες στις οποίες συμμετέχει ένας τρίτος μηχανικός, ένας δόκιμος μηχανικός και ένας θερμαστής εάν είναι πλοίο με τουρμπίνες.
Ο Αξιωματικός φυλακής κατά τη κάθοδο του στο μηχανοστάσιο ενημερώνεται από τον προηγούμενο για την κατάσταση των μηχανών και βοηθητικών μηχανημάτων του πλοίου και στη συνέχεια αναλαμβάνει υπηρεσία παρακολουθώντας την καλή λειτουργία των μηχανών και εκτελεί τις εντολές της Γέφυρας.
Ο Δεύτερος Μηχανικός μεταφέρει τις εντολές του Πρώτου στο υπόλοιπο πλήρωμα της μηχανής, και εργαζομενος και ο ίδιος όπου χρειαστεί, επιβλέπει τις εργασίες και τις βάρδιες.
Ο Πρώτος Μηχανικός είναι υπεύθυνος να επιβλέπει για όλα, για την καλή λειτουργία των μηχανών και των καζανιών (λέβητες παραγωγής ατμού) του πλοίου και να ξέρει σε ποια κατάσταση ευρίσκονται, να φροντίζει για την καλή λειτουργία της κύριας μηχανής αλλά και των άλλων βοηθητικών μηχανημάτων, καθώς και το μικρό τιμονάκι να μην έχει απώλεια υδραυλικού υγρού ώστε να κρατά την πορεία του πλοίου σταθερή. Έχει καθήκον να μεριμνά ώστε να υπάρχουν ανταλλακτικά και καύσιμα. Να φροντίζει οι υφιστάμενοι του να ελέγχουν τις σεντίνες για τυχών διαρροές και να μεριμνούν για το άδειασμα του έρματος (των άχρηστων υγρών, λαδιών και καυσίμων) από αυτές. Να ελέγχεται το θαλασσινό νερό που χρησιμοποιείται για σαβούρωμα, καθώς και το πόσιμο στις δεξαμενές και στον evaporator (βραστήρας παραγωγής από θαλασσινό νερό σε πόσιμο). Πρέπει να έχει εξειδικευμένες γνώσεις περί ηλεκτρισμού καθώς ο ηλεκτρολόγος είναι και αυτός υφιστάμενος του. Είναι επίσης υπεύθυνος για την καλή λειτουργία όλων των βοηθητικών μηχανημάτων στην κουβέρτα, στη κουζίνα, στα ψυγεία και στους ψυκτικούς θαλάμους.
Είναι με λίγα λόγια υπεύθυνος να γίνονται όλα αυτά από τους υφισταμένους του μηχανικούς, οι οποίοι είναι υπόλογοι σε αυτόν με ιεραρχική σειρά. Το πλήρωμα μηχανής αποτελείται από τον πρώτο, τον δεύτερο, τρεις τρίτους ή junior (τρίτοι βοηθοί μηχανικοί), τον ηλεκτρολόγο, τρεις θερμαστές, τρεις δόκιμοι ή λαδάδες, και ένας καθαριστής. Όλη η καλή λειτουργία στο μηχανοστάσιο και κατ επέκταση όλου του πλοίου, εξαρτάται από αυτούς.
Πρέπει να είναι καλά καταρτισμένοι γιατί από αυτούς εξαρτάται η καλή λειτουργία όλων των μηχανών και μηχανημάτων. Αυτοί τα χειρίζονται, τα συντηρούν, και τα επισκευάζουν. Και για ότι τυχόν πρόβλημα οι υφιστάμενοι μηχαναικοί δεν μπορούν να θεραπέυσουν, πρέπει ο Πρώτος να γνωρίζει και να τους καθοδηγεί, αλλά και να το διορθώνει ο ίδιος χειρονακτικώς εάν χρειαστεί.
Η ζωή σε ένα πλοίο είναι η μικρογραφία μιας πολιτείας. Έχει όλες τις υποδομές όπως ηλεκτρισμό, αποχετεύσεις, κλιματισμό, πόσιμο νερό, τροφοδοσία, αλλά κυρίως αυστηρή διοίκηση. Το γενικό πρόσταγμα και ευθύνη έχει ο καπετάνιος που είναι ο απόλυτος διοικητής, αλλά σχεδόν ταυτόσημη εξουσία έχει και ο Α΄ μηχανικός με τον οποίο ο πλοίαρχος οφείλει να έχει στενή συνεργασία, διότι χωρίς αυτήν, το πλοίο δεν μπορεί να λειτουργήσει σωστά.
Ο πρώτος μηχανικός με τους βοηθούς του είναι η ψυχή του πλοίου. Χωρίς αυτούς δεν μπορεί το πλοίο να πλεύσει, ούτε το πλήρωμα να έχει τις ανέσεις μιας καλής διαβίωσης, αλλά και οι ναύτες στην κουβέρτα, δεν μπορούν να εργαστούν, καθώς όλες οι εργασίες διεκπεραιώνονται με μηχανήματα. Το φόρτωμα και ξεφόρτωμα γίνεται με γερανούς, οι αντλίες που φορτώνουν ή ξεφορτώνουν υγρά εμπορεύματα κινούνται με ηλεκτρισμό ή ατμό. Η άγγυρα βιράρει και μαϊνάρει με ατμό ή ηλεκτρισμό. Ακόμα και τα ματσακονια, δουλεύουν πλέον με αέρα.
Υ.Γ.
Υ.Γ.
ΟΙ ΝΑΥΤΙΚΟΙ
Κάποιοι ναυτικοί αρθρογράφοι, άγαρμπα προσπαθούν να διαστρεβλώσουν κάποιες αλήθειες για το είδος της ζωής των πληρωμάτων στα βαπόρια και στα λιμάνια, σάμπως ο τρόπος ζωής του δεν συνάδει, και με ύφος απολογητικό γράφουν ότι αυτά που συνέβαιναν παλιά, τώρα δεν συμβαίνουν. Ότι δηλαδή πλέον οι νόμοι είναι αυστηροί και δεν επιτρέπεται παρα ελάχιστη χορήγηση ποτού σε αυτούς, ότι οι έλεγχοι για ναρκωτικές ουσίες είναι αυστηροί, και στο κάθε λιμάνι οι ώρες εκφορτώσεως ή φορτώσεως είναι ελάχιστες ένεκα της σύγχρονης τεχνολογίας, και εξ αυτού, δεν τους μένει χρόνος για επίσκεψη σε κέντρα διασκέδασης για ποτό, ξεσάλωμα και πρόστυχες γυναίκες.
Όμως εγώ λέω,
Όμως εγώ λέω,
από παλιά έως και σήμερα, η ζωή του ναυτικού ήταν σκληρότερη του στεριανού, και με τις δυσκολίες της απομόνωσης μακριά από στεριές και ανθρώπους, μέσα στο ατελείωτο υδάτινο στοιχείο, ανέπτυσσαν διαφορετικές νοοτροπίες, διαφοερετικό τρόπο αντίληψης και σκέψης. Είναι φυσικό του ανθρώπου και χάρισμα της φύσης, ανάλογα με τον τρόπο διαβίωσης του να προσαρμόζεται στον περιβάλλοντα χώρο.
Ανάλογα με τις δυσκολίες που αντιμετοπίζει γίνεται σκληρότερος, και ανάλογα με το περιβάλλον αναπτύσσει ιδιαίτερες συμπεριφορές καλές ή κακές που του κάνουν ευκολότερη τη διαβίωση και τη συναναστροφή με τους άλλους.
Όταν λοιπόν ένας ναυτικός περνά την περισσότερη του ζωή πάνω στα καράβια, όταν συναναστρέφεται με ελάχιστους ανθρώπους- συναδέλφους του, οι ορίζοντες των ενδιαφερόντων του μένει στενός. Όταν ζει μακριά από τους δικούς του επί μακρού καιρού, ο νόστος του γυρισμού του προκαλεί νοσταλγία και θλίψη. Είναι γι αυτό φυσικό να εφευρίσκει τρόπους για να σπάζει τη μονοτονία της καθημερινότητας του με ποτό, με ουσίες, ή και άλλα. Είναι πράγματα που ο στεριανός θα απέφευγε ένεκα εναλλακτικών λύσεων, που στον ναυτικό όμως δεν δίνεται η δυνατότητα.
Όταν λοιπόν ένας ναυτικός περνά την περισσότερη του ζωή πάνω στα καράβια, όταν συναναστρέφεται με ελάχιστους ανθρώπους- συναδέλφους του, οι ορίζοντες των ενδιαφερόντων του μένει στενός. Όταν ζει μακριά από τους δικούς του επί μακρού καιρού, ο νόστος του γυρισμού του προκαλεί νοσταλγία και θλίψη. Είναι γι αυτό φυσικό να εφευρίσκει τρόπους για να σπάζει τη μονοτονία της καθημερινότητας του με ποτό, με ουσίες, ή και άλλα. Είναι πράγματα που ο στεριανός θα απέφευγε ένεκα εναλλακτικών λύσεων, που στον ναυτικό όμως δεν δίνεται η δυνατότητα.
Στα ποντοπόρα πλοία που τα ταξίδια είναι πολυήμερα, τα πληρώματα αναμένουν τις λίγες ώρες που θα δέσουν σε κάποιο λιμάνι, με αγωνία να αναζητήσουν γυναικεία συντροφιά. Και όπως είναι φυσικό, αυτές δεν θα τις βρουν στα καθώς πρέπει μαγαζιά, αλλά μέσα σε καταγώγια και ύποπτα στέκια, όπου μέσα υπάρχει κάθε είδος απόλαυσης, καθώς επιτήδειοι έμποροι του εύκολου χρήματος, διευθύνουν αυτού του είδους επιχειρήσεις που αποτίνονται στα βασικά ανθρώπινα ένστικτα όπως είναι η λίμπιντος και η απόλαυση.
Είναι δηλαδή η ζωή του ναυτικού θέλωντας και μη, προσαρμοσμένη σε καθορισμέμα πλαίσια που επιβάλλουν οι συνθήκες της ναυτικής ζωής.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΑΠΑΚΟΥΔΗΣ