ΤΟ ΔΥΝΑΤΟ ΚΥΜΑ, ΤΑ ΓΚΑΖΑΔΙΚΑ

Τα πετρελαιοφόρα πλοία αποτελούνται από δεξαμενές μέσα στα αμπάρια τους που μέσα αποθηκεύεται το πετρέλαιο για να μεταφερθεί από τον τόπο εξόρυξης στον τόπο διύλισης.
Το μέγεθος τους είναι πολύ μεγάλο και χωρούν έως 500.000 τόνους. Τα υγρά φορτία που μεταφέρουν είναι επικίνδυνα γιατί παλαντζάρουν και εύκολα βουλιάζουν και ευκολότερα  κόβονται στα δύο. Είναι καράβια υψηλού κινδύνου καθώς μεταφέρουν επικίνδυνο φορτίο. Οι ναυτικοί που δουλεύουν σ αυτά είναι άνθρωποι που αντέχουν και εχουν κότσια και υπομονή και μπορούν να αντέχουν μια ζωή που είναι γεμάτη κινδύνους και απομόνωση, διότι η ζωή στα γκαζάδικα χρειάζεται μεγάλες αντοχές, αφου τον περισσότερο καιρό ταξιδεύουν και ελάχιστα πατούν στεριά. Είναι επιλογή εργασίας που απαιτεί θάρρος, διότι είναι γεμάτη κινδύνους και απομόνωση για πολλή καιρό.
Γνωρίζοντας όλα αυτά, ύστερα από το πρηγούμρνο μου μπάρκο στο πλοίο «Άγιος Διονύσης» αποφάσισα να δουλέψω σε γκαζάδικο γιατί το μεροκάματο ήταν μεγαλύτερο, ήταν τριπλάσιο. Τα φορτηγά πλοία επανδρώνονταν από Ναυτικούς ευκολότερα γιατί έκαναν κοντινά ταξίδια, έπιαναν λιμάνια κάθε λίγες μέρες και έμεναν δεμένα ώσπου να ξεφορτώσουν ή να φορτώσουν κάμποσες μέρες. Η ζωή ήταν καλύτερη, ήταν ευχάριστη, και πολλοί Ναυτικοί προτιμούσαν να δουλεύουν σ αυτά. Ήταν αυτός λόγος που με μεγαλύτερη ευκολία βρήκα δουλειά σε γκαζάδικο, γιατί τα πλοία αυτά τα επάνδρωναν κυρίως Ναυτικοί που συνειδητά παραμέριζαν στο βάθος του συνειδητού τους την απόλυτη επικινδυνότητα τους, απλά και μόνον γιατί είχαν την απόλυτη ανάγκη μεγαλύτερου μεροκαμάτου.
Πήρα σβάρνα την ακτή Μιαούλη και μπήκα από γραφείο σε γραφείο ψάχνοντας και ρωτώντας. Υπέγραψα σύμβαση εργασίας με την εταιρεία “S. Niarchos”. Μπαρκάρισα Δόκιμος μηχανικός με 140 Εγγλέζικες λίρες κάθε μήνα σε ένα τάνκερ 45.000 τόνων το «Southern union» που κατασκευάστηκε πριν το 1960. Ήταν από τα πρώτα πλοία που αγόρασε ίσως σε τιμή ευκαιρίας ο εφοπλιστής, και ήταν τόσο καταπονεμένο που σε κάθε φουρτούνα κινδύνευε να μας πνίξει, αλλά χωρίς να σκέφτεται τόσο μικρά πράγματα, συνέχιζε να το ταξιδεύει.
Ήταν η χρυσή δεκαετία των τάνκερς. Ο Σταύρος Νιάρχος ήταν αυτοδημιούργητος που από υπάλληλος σε αλευρόμυλο κατέληξε μεγάλος εκατομμυριούχος. Έπεισε τους θείους του και εργοδότες του να αγοράσουν έξι φορτηγά πλοία για την μεταφορά του σιταριού, και ο ίδιος δανειζόμενος κατάφερε ν' αγοράσει ένα από τα πλοία αυτά. Κατά τον Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο το εκμίσθωσε στους Συμμάχους αλλά καταστράφηκε στον πόλεμο και χρησιμοποίησε τα χρήματα που προήλθαν από την ασφάλεια ως κεφάλαιο για να επεκτείνει τον στόλο του. Αγόρασε κυρίως δεξαμενόπλοια. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ξεκίνησε η παρουσία του Σταύρου Νιάρχου ως σημαντικού παράγοντα  στο χώρο του διεθνούς εμπορίου.
Από τα πρώτα πλοία, το «Southern union» ήταν ένα γκαζάδικο με γέρικο σκαρί κατασκευασμένο με περσίνια που έδιναν δύναμη αντοχής στις μεγάλες φουρτούνες, αλλά χωρίς συστήματα κλιματισμού με αποτέλεσμα η ζέστη που προερχόταν από τους ατμολέβητες και τη φυσική αφόρητη ζέστη του καιρού στον Περσικό κόλπο, έκαναν τη ζωή των Ναυτικών αφόρητη. Η θερμοκρασία στο μηχανοστάσιο ήταν 50°C. Πάνω στις καυτές λαμαρίνες του καταστρώματος, από τον καυτό ήλιο, κάποτε για πλάκα σπάζαμε αυγά και τα παρακολουθούσαμε να ψήνονται σε δευτερόλεπτα.
Η πρόωση του πλοίου γινόταν με την προπέλα που ήταν συνδεδεμένη με άξονα που την γύριζε και που αυτός έπαιρνε τις στροφές του από τον ατμοστρόβιλο που η τροφοδοσία του με ατμό γινόταν από τους ατμολέβητες. Το μηχανοστάσιο στα έγκατα της πρύμνης του πλοίου χωριζόταν στο λεβητοστάσιο όπου ήταν τοποθετημένοι οι λέβητες που λειτουργούσαν με καύση πετρελαίου και στο μηχανοστάσιο που ήταν εγκατεστημένος ο στρόβιλος που γύριζε τον έλικα. Οι σωληνώσεις μεταφοράς ατμού ήταν παλιές και καταπονεμένες, δεν άντεχαν την μεγαλη πίεση του ατμού και συνέχεια διέφευγε αρκετός ατμός που δημιουργούσε μια ατμόσφαιρα ομιχλώδη. Ώσπου να φτιάξουμε τη μια φαγωμένη φλάντζα, έσπαγε η άλλη. Ήταν μια επίπονη προσπάθεια επιδιόρθωσης ώστε να περιορίζονται οι απώλειες και να είναι επαρκής ο ατμός να κινεί τον στρόβιλο και να γυρίζει τον άξονα της προπέλας. Ήταν μια επικίνδυνη και σκληρή εργασία που στην ιστορία των πλοίων με ατμολέβητες δεν υπάρχει έστω ένας μηχανικός χωρίς να έπαθε σοβαρό έγκαυμα.
Παρ όλα αυτά σφίγγαμε τα δόντια και αναμέναμε να περάσουν οι μέρες να πιάσουμε στεριά, να μπορέσουμε να χορτάσουμε ύπνο έξω από το πλοίο, στο επόμενο λιμάνι. Ευτυχώς το γέρικο στραπατσαρισμένο πλοίο δεν έκανε μακρινά ταξίδια, υπήρχε συμβόλαιο για ναύλο στην νήσο Κεϋλάνη.
Η Σρι Λάνκα που το όνομά της σημαίνει Ευλογημένο Νησί και παλιότερα ονομαζόταν Κεϋλάνη, βρίσκεται νοτιοανατολικά των Ινδιών. Έχει κλίμα θερμό και υγρό γιατί βρίσκεται κοντά στον Ισημερινό. Είναι νησί με πλούσια βλάστηση και ζούγκλες, απέραντες φυτείες τσαγιού, τεράστια αγάλματα του Βούδα λαξευμένα σε βράχους, καθώς και Εθνικά Πάρκα με άγρια ζώα και επικίνδυνα φίδια με κέρατα και άλλες αποκρουστικές διαβολικές μορφές με παράξενα χρώματα. Για όλες τις παράξενες ομορφιές της, την Κεϋλάνη την είπαν δάκρυ της Ινδίας και Ταϊτή της Ανατολής. Το Κολόμπο είναι λιμάνι και πρωτεύουσα. Την εποχή πριν το 1980, τα κτίρια ήταν χαμηλά, κυριως παράγκες από πρόχειρα υλικά και λίγα πέτρινα μεγαλόπρεπα, κατάλοιπα της Βρετανικής Αποικιοκρατίας.
Ο καιρός στο τελευταίο μας ταξίδι για την Κεϋλάνη ήταν κακός, το ίδιο και η θάλασσα. Όταν ένα γκαζάδικο είναι φορτωμένο μέσα σε μεγαλη τρικυμία, ο πλους είναι συγκλονιστικά επικίνδυνος διότι ένεκα του μεγάλου φορτίου είναι βυθισμένο σχεδόν εξ ολοκλήρου στη θάλασσα και ελάχιστο μέρος της κουβέρτας μένει έξω από το νερό. Οπότε στις μεγάλες φουρτούνες τα κύματα σκεπάζουν την κουβέρτα με θάλασσα, και μόνο το κομοθέσιο και τα άλμπουρα μένουν έξω από το νερό.
Ήταν μια μέρα με τέτοιο καιρό που κοντεύαμε να πιάσουμε λιμάνι στο Κολόμπο και όπως πάντα λίγες ώρες πριν, έπρεπε να ελέγξουμε τους σωλήνες που έδιναν ατμό στην άγκυρα και στα μηχανήματα της κουβέρτας. Ανοίξαμε σιγά τα βαλβς και αφήσαμε τον ατμό να κυλήσει αργά στο σωλήνα ώστε να μην σπάσει από την απότομη διαστολή. Παρ όλα αυτά μια φλάντζα έσπασε, έπρεπε να την επιδιορθώσουμε. Δεν ήταν δύσκολη δουλειά και ο Τρίτος την ανάθεσε σε μένα. Η σπασμένη φλάντζα ήταν περιπου ανάμεσα της πρύμνης και της πλώρης. Μεγάλα κύματα έλουζαν την κουβέρτα, χρειαζόταν μεγαλη προσοχή διότι με τέτοιους καιρούς, πολλές φορές η θάλασσα άρπαξε ανθρώπους από το κατάστρωμα των γκαζάδικων και τους έριξε στη θάλασσα. Σε τέτοιες περιπτώσεις συνήθως κανείς δεν γλυτώνει, τον παίρνει η δύνη της φοράς του πλοίου και τον εξαφανίζει.
Φόρεσα τα αμιαντέτινα γάντια απαραίτητα για να με προστατεύσουν από τον καυτό ατμό, και βαστώντας για ισορροπία την σωλήνα του ατμού, ξεκίνησα να πάω να επιδιορθώσω την σπασμένη φλάντζα. Έφτασα στο μεσιακό κατάρτι εκεί που ήταν η βλάβη, και πολύ προσεκτικά ισορροπώντας τη μια στο ένα πόδι και την άλλη στο άλλο ανάλογα με το παλαντζάρισμα του πλοίου, ξεβίδωσα τις βίδες για να αλλάξω την ελαστική φλάντζα. Τα κύματα ανέβαιναν πανω στο κατάστρωμα και κάθε φορά μου έβρεχαν τα πόδια. Προσεκτικά και μεθοδικά δούλευα, προσέχοντας μην με παρασύρει κάποιο μεγάλο κύμα, ενώ μέσα μου καλούσα την Παναγία να με προσέχει. Βίδα με βίδα άλλες ξεβιδώνοντας τες και άλλες κόβοντας τες με το κοπίδι, κόντευα να τελειώσω, ώσπου ξάφνου ήρθε ένα θεόρατο κύμα και σάρωσε την κουβέρτα και άρπαξε και μένα, με δύναμη καταπληκτική με παρέσυρε, χωρίς να δύναμαι να αντισταθώ.
Πανω στη γέφυρα ο Καπετάνιος με τον ανθυποπλοίαρχο και τον ναύτη της βάρδιας βλέποντας το πελώριο κύμα να με αρπάζει και να με σκεπάζει, έμειναν εμβρόντητοινα χάσκουν με το στόμα ανοιχτό χωρίς να μπορούν να αρθρώσουν κραυγή αγωνίας. Πίστεψαν ότι χάθηκα, ότι έπεσα στη θάλασσα.

Όταν το κύμα κύλησε και έφυγε, εγώ ήμουν πεσμένος στο κατάστρωμα του πλοίου και όχι στα βαθιά του πελάγου. Είχα προνοήσει και πέρασα θηλιά σχοινιού στη μεση μου που το έδεσα στη σωλήνα του ατμού. Ο Καπετάνιος και οι άλλοι αναστέναξαν με ανακούφιση, δεν ήξεραν πως γλύτωσα από τέτοιο μεγάλο κύμα αφού από μακριά δεν μπορούσαν να δουν ότι ήμουν δεμένος με σχοινί. Άρχισαν να σταυροκοπιούνται και να δοξάζουν τον Θεό, γιατί πίστεψαν πως ήταν θαύμα που δεν με παρεσυρε ένα τόσο δυνατό κύμα.
Όμως για μένα της Παναγίας ήταν μεγαλη η χάρη  που με βοήθησε και σκέφτηκα και δέθηκα, και τοιουτοτρόπως με είχε γλυτώσει από έναν βέβαιο πνιγμό.