Ένα καιρό λίγο πριν τον εικοστό αιώνα, μια ομάδα Σαμουράι αφάνισε μια ολόκληρη οικογένεια σφάζοντας τους με τα ξακουστά σπαθιά τους. Ήταν ένα έγκλημα που θα έπρεπε να πληρώσουν για να επέλθει δικαιοσύνη. Όμως οι διοικητικές αρχές αναγνώρισαν σε αυτούς πως εκτελούσαν διαταγές του αφέντη τους, έτσι αντί να τους καταδικάσουν και τοιουτοτρόπως να ατιμαστούν, τους επέτρεψαν να κάμουν χαρακίρι και να πεθάνουν με τιμή κατά τα πρότυπα τους είδους τους ως τιμημένοι πολεμιστές, καθώς ο αρχαίος νόμος των Σαμουράι τους ήθελε να υπακούν τυφλά στους αφέντες, χωρίς ερωτήσεις και αντιρρήσεις.
Είναι ένα περιστατικό που καταδεικνύει τον Ιαπωνικό τρόπο ζωής ως πριν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, οπότε πολλά άλλαξαν, και οι Ιάπωνες ακολούθησαν τρόπο ζωής κατά τα δυτικά πρότυπα.
Το Ναγκασάκι είναι Ιαπωνική πόλη που η ιστορία την αναφέρει ως πόλη των Σογκούν και των Σαμουράι.
Οι Σογκούν ήταν ανώτεροι στρατιωτικοί ηγέτες και αρχηγοί των Σαμουράι κατά τον μεσαίωνα, ενώ οι Σαμουράι αποτελούσαν τις στρατιές των μεγάλων Φεουδαρχών που σκοπό είχαν την υπεράσπιση της περιουσίας τους. Η κουλτούρα τους ήταν θεμελιωμένη στην έννοια του πολεμιστή με μεγάλες ικανότητες και είχαν υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης. Με κεντρικό δόγμα τη τιμή και τη περιφρόνηση στον θάνατο, πολεμούσαν γενναία για τον αφέντη τους και προτιμούσαν τον αξιοπρεπή θάνατο από την ατίμωση της ήττας. Από αυτή την περιφρόνηση για τον θάνατο, δημιουργήθηκε η παράδοση για το χαρακίρι, ενός τελετουργικού τρόπου αυτοκτονίας ως μοναδική επιτρεπτή διέξοδο σε περίπτωση ήττας ή ατίμωσής τους.
Ως λαός οι Ιάπωνες είχαν άλλη κουλτούρα και πολιτισμό από τους Ευρωπαίους, τρόπο ζωής και συμπεριφοράς πολύ διαφορετικό, ενώ η ανώτερη τάξη των αρχόντων τις μάζες του λαού, τις είχε ως εργαλεία για να τους εξυπηρετούν.
Κατά τη διάρκεια των αιώνων ο τρόπος ζωής παρέμενε ο ίδιος, οι μόνες αλλαγές ήταν οι εναλλαγές της εξουσίας. Τα ήθη και έθιμα δεν αλλοιώθηκαν, και οι δομικές αρχές της αρχιτεκτονικής είχαν παραμείνει κατά ένα μεγάλο μέρος αμετάβλητες, με κύριες αλλαγές μόνο διακοσμητικές λεπτομέρειες ενώ στο πέρασμα των διαφόρων δυναστειών, δέχτηκαν μόνο μικρές επιρροές από εξωγενείς παράγοντες. Η αρχιτεκτονική έμεινε κατά βάσην προσκολλημένη στα δικά της στοιχεία καταφέρνοντας να μην επηρεαστεί από αυτήν της Ευρώπης.
Το Ναγκασάκι είναι κτισμένο σε ένα μακρόστενο κόλπο που σχηματίζει ένα φυσικό απάνεμο λιμάνι. Μπαινοντας στον κολπο, με ανακούφιση δοξάσαμε τον Άη Νικόλα που μας βοήθησε να ταξιδεύσουμε με ασφάλεια τον φουρτουνιασμένο Ινδικό ωκεανό. Πολλές φορές τα ταξίδια σ αυτό τον ωκεανό είναι δύσκολα, γιατι πνέουν μουσώνες με εναλλασσόμενες κατευθύνσεις που δημιουργούν επικίνδυνα επιφανειακά ρεύματα προκαλώντας μεγάλους κυματισμούς.
Είχαμε ένα μακρύ ταξίδι που μας ταλαιπώρησε καθώς η θάλασσα ήταν ταραγμένη και τα δυνατά μποφόρ δυσκόλευαν τον πλου μας. Τα κύματα σκέπαζαν το πλοίο σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού και δώσαμε πραγματική μάχη οι ναύτες στο πιλοτήριο και οι μηχανικοί στη μηχανή. Ταρακουνηθήκαμε περισσότερο από άλλες φορές, γιατι είχαμε τα κύματα και τα ρεύματα κόντρα στη πορεία μας. Αναγκαζόμασταν να πηγαίνουμε λίγο παράλληλα με τον καιρό για να μειώνουμε τον κίνδυνο, και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα το ταξίδι μας να διαρκέσει περισσότερες μέρες.
Μετά από ένα μακρινό ταξίδι, επιστρέψαμε στον Περσικό κόλπο. Αφού καθίσαμε ένα μήνα ράδα έως ότου κλείσει ναύλο η εταιρεία, ξεκινήσαμε για την Ιαπωνία.
Φορτώσαμε από τη Ραστανούρα μια από τις κυριότερες πηγές ενέργειας στο σύγχρονο κόσμο. Μαύρο χρυσό ονόμασαν το πετρέλαιο και είχαν δίκαιο, αφού εξ αυτού από αρχαιοτάτων χρόνων ακόμα και πριν ανακαλυφτεί, η χρήση του ήταν απεριόριστη.
Στην Ιαπωνία όπως και αλλού, από αμνημονεύτων χρόνων όταν στην επιφάνεια εδαφών υπήρχαν ροές πετρελαίου, το χρησιμοποιούσαν ως νάφθα και πίσσα. Και όταν υπήρχαν εκροές αεριών, τις χρησιμοποιούσαν οι επιτήδειοι αρχιερείς και μάγοι ως δύναμη σταλμένη από τους Θεούς.
Τώρα μετά το τέλος του παγκοσμίου πολέμου, η πρόσβαση στο πετρέλαιο ήταν εύκολη, καθώς στη Μέση Ανατολή κυρίως, ανακαλύφθηκαν τεράστια κοιτάσματα και τα οποία μεταφέρονταν στις διάφορες χώρες με πλοία τάνκερς.
Είχαμε στα αμπάρια δεκάδες χιλιάδες τόνους μαζούτ που προοριζόταν για τις ανάγκες της αρχαίας πόλεως στο Ναγκασάκι, μιας σύγχρονης πλέον πόλης, που τα τελευταια χρόνια είχε εξελιχθεί σε μεγάλη βιομηχανική πόλη.
Μπήκαμε στο απάνεμο λιμάνι και δέσαμε στο ντόκο. Οι ναύτες του πλοίου και οι εργάτες του λιμανιού, σαν μέλισσες εργάζονταν και σε λίγη μόνο ώρα, οι cargo αντλίες κάτω στο μηχανοστάσιο ήταν έτοιμες να ξεκινήσουν και να στείλουν το πολύτιμο υγρό φορτίο στη στεριά. Η ώρα ήταν δώδεκα και κάτι μεσημέρι. Μόλις είχα τελειώσει τη βάρδια μου και ως την επόμενη είχα οκτώ ώρες να σκοτώσω. Σίγουρα αυτός ο τρόπος δεν ήταν άλλος παρά η ξενάγηση μου στη καινούργια χώρα που ευρισκόμουν, στη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου.
Η Ιαπωνία χώρα της Ανατολικής Ασίας, αποτελείται από τέσσερα μεγάλα νησιά, το Κιούσου στο οποίο και ήταν η πόλη Ναγκασάκι, το Χονσού, το Σικόκου και το Χοκκάιντο, καθώς και από άλλα σχεδόν εφτά χιλιάδες μικρά νησάκια διασπαρμένα στο Ιαπωνικό Αρχιπέλαγος. Με αδημονία περίμενα να γνωρίσω την Ιαπωνική κουλτούρα και τη συμπεριφορά του ντόπιου πληθυσμού, καθώς εκείνες τις εποχές παγκόσμια ήταν πολύ της μόδας οι ταινίες καράτε με τον Μπρούς Λή, και οι περιπέτειες με τους ανίκητους Σαμουράι που πολεμούσαν με τα σπαθιά τους ενάντια στα τυφέκια και στα πολυβόλα των δυτικών.
Ήθελα να περιδιαβώ τα καταστήματα με τα ξακουστά ρολόγια seiko και τα φτηνά ηλεκτρονικά προϊόντα υψηλής τεχνολογίας. Να γευτώ το σούσι και να γνωρίσω τις Γκέισες και την ιστορία τους. Το σούσι είναι παραδοσιακό φαγητό που έχει ως βάση το ξυδάτο ρύζι σε συνδυασμό με θαλασσινά και εξαιρετικές σάλτσες σπουδαιοτάτης γεύσης. Οι Γκέισες ήταν μορφωμένες γυναίκες με ειδικές σπουδές στις τέχνες του χορού, της μουσικής και του τραγουδιού και της ποίησης, και υπηρετούσαν στις μεγάλες φεουδαρχικές αυλές του μεσαίωνα.
Το Ναγκασάκι έχει μια ιστορία που ξεκινά πριν από χιλιάδες χρόνια. Η πόλη υπήρξε κατά το μεσαίωνα κέντρο ευρωπαϊκής επιρροής και έμεινε γνωστή στην ιστορία ως η δεύτερη πόλη μετά τη Χιροσίμα που κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο βομβαρδίστηκε με ατομική βόμβα . Καταστράφηκε ολοσχερώς ίδια να τη χτύπησε γιγάντιος μετεωρίτης. Ήταν μια ολοκληρωτική καταστροφή που προκλήθηκε από τη διάσπαση του ατόμου σε μια προσπάθεια του ανθρώπου να αντικαταστήσει τη δύναμη του Θεού. Όλα ήταν φωτιά και οι άνθρωποι κάηκαν και έλιωσαν σαν λαμπάδες. Τα πτώματα ήταν σκόρπια παντού, και οι ετοιμοθάνατοι σαν μούμιες δίχως μάτια τρέκλιζαν πριν πεθάνουν. Η Χιροσίμα και το Ναγκασάκι μέσα σε στιγμές μόνο, έπαψαν να υπάρχουν και έμειναν πόλεις νεκρές σταχτωμένες και απολιθωμένες. Άμορφοι σωροί από δομικά υλικά διαλυμένα στη μοριακή τους δομή, κατάκλυσαν τα τοπία που πριν ήταν κτισμένα τα κτίρια που αποτελούσαν τις πόλεις.
… Και μετά την απόλυτη καταστροφή, οι άνθρωποι ξανάκτισαν την πόλη. Της έδωσαν καινούργια μορφή, σύγχρονη και Ευρωπαϊκή. Μεγάλοι ουρανοξύστες και απέραντα κτιριακά συγκροτήματα στήθηκαν εξ αρχής, και η μεγάλη ανάπτυξη της ηλεκτρονικής βιομηχανίας υψηλών προδιαγραφών, κατέστησαν τη πόλη πλούσια και ευημερούσα. Οι άνθρωποι σαν μυρμήγκια δούλευαν και σε ταχείς ρυθμούς, κινούνταν σε κατάσταση απόλυτης πειθαρχίας. Ήταν όλα τυποποιημένα και προγραμματισμένα.
Περίμενα πως θα συναντούσα πράγματα διαφορετικά, όπως εκείνα που διάβαζα από μικρός στα βιβλία. Πως εδώ θα αναγνώριζα τον πολιτισμό της αρχαίας ιστορίας των παντοδύναμων φεουδαρχών και αυτοκρατόρων με τις πανστρατιές των Σογκούν και των Σαμουράι που τους προστάτευαν. Πως θα συναντούσα γυναίκες με κιμονό και μαζί άνδρες σύγχρονους στοιβαγμένους σε λεωφορεία να πηγαίνουν στις εργασίες τους. Όμως τίποτα δεν συνάντησα να μου τα θυμίζουν. Ήταν όλα σε μια απόλυτη τάξη και ο πλούτος διάχυτος παντού. Καταστήματα με ακριβά κοσμήματα και ηλεκτρονικά προϊόντα που ακόμα σε άλλη χώρα δεν είχαν εξαχθεί, άνθρωποι καλοντυμένοι με ακριβά κοστούμια κυκλοφορούσαν χωρίς να μας κοιτάζουν περίεργα καθώς ήμασταν διαφορετικοί, και οι δρόμοι ήταν γεμάτοι αμάξια μόνο ντόπιας κατασκευής.
Ήταν μια πόλη πλούσια και ανεπτυγμένη, περισσότερο από πολλές άλλες της σύγχρονης Ευρώπης.